Οι Έλληνες κάτω από την οθωμανική κυριαρχία (1453-1821)
01
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 από τους Οθωμανούς Τούρκους σηματοδότησε την έναρξη μιας μακράς περιόδου υποδούλωσης του ελληνικού κόσμου, η οποία διήρκεσε πάνω από τέσσερις αιώνες. Οι δύο πρώτοι αιώνες ήταν ιδιαίτερα δύσκολοι: οι Έλληνες βίωσαν τη σκληρότητα τόσο της οθωμανικής όσο και της λατινικής δεσποτείας, αντιμετωπίζοντας οικονομική καθίζηση, κοινωνική αναστάτωση και πολιτιστική στασιμότητα.
Ωστόσο, παρά τις αντιξοότητες, το ελληνικό έθνος επιβίωσε χάρη σε κοινά στοιχεία που το συνέδεαν, όπως η ορθόδοξη πίστη, η ελληνική γλώσσα και η παράδοση. Αυτά λειτουργούσαν ως συνεκτικοί δεσμοί που διατηρούσαν την εθνική συνείδηση και ταυτότητα.
Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της Τουρκοκρατίας σημειώθηκε σημαντική πρόοδος στον πνευματικό και οικονομικό τομέα, γεγονός που συνέβαλε στην εθνική αφύπνιση και τελικά οδήγησε στην Επανάσταση του 1821 και τον αγώνα για την ελευθερία.
02
Η κατάκτηση της ελληνικής Χερσονήσου
Από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα, οι Οθωμανοί κατέλαβαν σταδιακά σχεδόν ολόκληρη την ελληνική χερσόνησο. Ωστόσο, κάποιες περιοχές – ειδικά νησιά και παράκτιες πόλεις – βρέθηκαν υπό λατινική κυριαρχία (Βενετών, Γενουατών και Φράγκων), η οποία είχε ξεκινήσει ήδη από το 1204. Οι πρώτοι αιώνες της Τουρκοκρατίας χαρακτηρίζονταν από μεγάλες δημογραφικές και κοινωνικές αλλαγές. Πολλοί Έλληνες μετακινήθηκαν σε δύσβατες ορεινές περιοχές, προκειμένου να αποφύγουν την οθωμανική καταπίεση. Οι παλιοί βυζαντινοί άρχοντες εξαφανίστηκαν μετά την Άλωση, ενώ πολλοί λόγιοι κατέφυγαν στη Δύση, συμβάλλοντας στην Αναγέννηση. Όλα αυτά επηρέασαν τη συνοχή του ελληνικού πληθυσμού και την κοινωνική του διάρθρωση.
03
Οι συνθήκες ζωής των υπόδουλων
Η καθημερινότητα των υπόδουλων Ελλήνων υπό την Οθωμανική κυριαρχία ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, ιδίως κατά τους πρώτους αιώνες. Αν και θεωρητικά τους δινόταν η δυνατότητα να διατηρούν την πίστη τους, στην πράξη αντιμετώπιζαν περιορισμούς και διακρίσεις. Ο Έλληνας αγρότης ήταν δουλοπάροικος στη γη του και βαρυνόταν από πολλούς και δυσβάσταχτους φόρους.
Οι Χριστιανοί πλήρωναν:
- Κεφαλικό φόρο (χαράτσι), για το δικαίωμα ζωής.
- Φόρο εστίας, για τις κατοικίες.
- Έγγειο φόρο, για τη χρήση γης.
- Δεκάτη, για την αγροτική παραγωγή.
- Έκτακτους φόρους και αγγαρείες, όταν το απαιτούσαν οι ανάγκες του κράτους.
Πέρα από τη φορολόγηση, πιο επώδυνα μέτρα ήταν οι εξισλαμισμοί, οι αιχμαλωσίες, οι σφαγές, και κυρίως το παιδομάζωμα, ο λεγόμενος «φόρος του αίματος», κατά τον οποίο οι Οθωμανοί άρπαζαν αγόρια μικρής ηλικίας για να τα εκπαιδεύσουν ως γενίτσαρους – στρατιώτες στην υπηρεσία του Σουλτάνου, που πολλές φορές πολεμούσαν τον ίδιο τον λαό τους.
Άλλοι καταναγκαστικοί μηχανισμοί ήταν η υποχρεωτική ναυτολόγηση των νησιωτών και οι οργανωμένοι εξισλαμισμοί, που σκοπό είχαν να αποδυναμώσουν το χριστιανικό φρόνημα και την εθνική συνείδηση των υπόδουλων. Η εγκατάσταση τουρκικών πληθυσμών σε εύφορες περιοχές και η παράλληλη μετακίνηση ελληνικών πληθυσμών σε ορεινές ή απομονωμένες περιοχές επέτεινε τη διάσπαση της ενότητας του ελληνισμού
04
Θρησκευτική, πολιτική και κοινωνική οργάνωση των Ελλήνων
Παρά την κατάλυση της βυζαντινής κρατικής οργάνωσης, η Εκκλησία και η τοπική αυτοδιοίκηση αποτέλεσαν βασικά στηρίγματα του υπόδουλου ελληνικού λαού. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, οι Φαναριώτες και οι δημογέροντες (ή προεστοί) είχαν ηγετικούς ρόλους στη ζωή των Ελλήνων.
Ο Πατριάρχης λειτουργούσε ως εκπρόσωπος όλων των Ορθοδόξων (του «ρουμ μιλέτ») και λογοδοτούσε απευθείας στον Σουλτάνο. Η Εκκλησία ασκούσε ευρύτερες αρμοδιότητες: διαχειριζόταν υποθέσεις όπως κληρονομιές, επιβολή φόρων και εκπαίδευση, ιδρύοντας και λειτουργώντας σχολεία. Πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση ήταν ο Γεννάδιος Σχολάριος.
Οι Φαναριώτες, πλούσιες ελληνικές οικογένειες με υψηλή μόρφωση, ζούσαν στην περιοχή του Φαναρίου στην Κωνσταντινούπολη και κατείχαν σημαντικά αξιώματα στην οθωμανική διοίκηση. Αξιοποίησαν τη θέση τους για να εξυπηρετήσουν συχνά τα συμφέροντα του ελληνικού στοιχείου.
Οι προεστοί ή κοτζαμπάσηδες εκπροσωπούσαν τις κοινότητες και ήταν υπεύθυνοι για την είσπραξη των φόρων. Στην πορεία απέκτησαν μεγάλη οικονομική και πολιτική ισχύ και διαμόρφωσαν ένα είδος τοπικής αριστοκρατίας. Σημαντική κοινωνική τάξη ήταν επίσης οι έμποροι και πλοιοκτήτες, που αποτελούσαν την ανερχόμενη αστική τάξη και ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις με τη Δύση, συσσωρεύοντας πλούτο και επηρεάζοντας την πνευματική αναγέννηση των Ελλήνων. Τη μεγαλύτερη μάζα αποτελούσαν οι αγρότες, που εργάζονταν σε συνθήκες οικονομικής εξαθλίωσης και κουβαλούσαν τα βάρη της φορολογίας και της καταπίεσης.
05
Οι Κλέφτες και οι Αρματολοί
Οι συνθήκες διαβίωσης των υπόδουλων Ελλήνων και κυρίως των λαϊκών στρωμάτων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, προκάλεσαν την αντίστασή τους, που εκφράστηκε μέσα από τα σώματα των Κλεφτών και των Αρματολών. «Κλέφτες» αποκαλούνταν όσοι κατέφευγαν στα βουνά και οργάνωναν ένοπλες επιθέσεις εναντίον του κατακτητή. Ζούσαν στην ύπαιθρο και είχαν τα λημέρια τους σε δύσβατα μέρη. Ήταν οργανωμένοι σε μικρές ομάδες, η καθεμιά με τον καπετάνιο της και το δικό της μπαϊράκι. Βασικό χαρακτηριστικό των κλεφτών ήταν η εχθρότητα που ένιωθαν για τους Τούρκους και γενικά για την εξουσία, στοιχείο που τους έκανε αγαπητούς στον λαό.
Οι «Αρματολοί» εμφανίστηκαν αργότερα, σαν το αντίπαλο δέος των Κλεφτών στην αρχή. Παρόλο που ήταν βοηθητικά στρατεύματα των Τούρκων, στην πορεία ταυτίστηκαν με τους Κλέφτες. Κατά τους τελευταίους αιώνες της Τουρκοκρατίας, πολλοί Αρματολοί εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και προσχώρησαν στις τάξεις των Κλεφτών. Μαζί επάνδρωναν την ελληνική αντίσταση κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής και έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην Επανάσταση του 1821.
Φημισμένοι Αρματολοί ήταν ο Γεώργιος Ανδρίτζος, ο Κατσαντώνης στη Ρούμελη, ο Νικοτσάρας στον Όλυμπο, οι Σουλιώτες Γεώργιος Μπότσαρης και Λάμπρος Τζαβέλλας και πολλοί άλλοι. Αρκετοί από τους γιους, τους συγγενείς ή τα πρωτοπαλίκαρά τους συμμετείχαν αργότερα στη Μεγάλη Επανάσταση του 1821.
06
Η οικονομική ζωή
Η οικονομία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στηριζόταν κυρίως στη γεωργική παραγωγή (σιτάρι, κριθάρι, βαμβάκι, καπνός, λάδι, σταφίδα) και την κτηνοτροφία, που παρείχαν πρώτες ύλες για την οικοτεχνία (νήματα, υφαντά). Οι γεωργοί κάλυπταν κυρίως τις ανάγκες τους και πωλούσαν τα πλεονάζοντα προϊόντα σε αγορές ή στο εξωτερικό, ανταλλάσσοντάς τα με βιομηχανικά αγαθά. Η ανακάλυψη νέων εμπορικών δρόμων, η παύση των κατακτήσεων και η οικονομική στασιμότητα συνέβαλαν στην παρακμή της αυτοκρατορίας, οδηγώντας στη μείωση των κρατικών εσόδων και στην υποτίμηση του νομίσματος.
Με την πάροδο του χρόνου, η οικονομική δραστηριότητα πέρασε στα χέρια των υπηκόων, ιδιαίτερα των Ελλήνων. Οι διεθνείς συνθήκες του Κάρλοβιτς (1699) και του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) ευνόησαν το εμπόριο των Ελλήνων, καθώς και οι Διομολογήσεις, εμπορικές συμφωνίες που τους επέτρεψαν να ταξιδεύουν με ξένες σημαίες χωρίς περιορισμούς. Έτσι, οι Έλληνες έμποροι επέκτειναν τη δράση τους στην Ευρώπη και τη Ρωσία, ίδρυσαν πλούσιες παροικίες και ανέλαβαν σημαντικό μέρος του διεθνούς εμπορίου Ανατολής και Δύσης.
Μαζί με τα εμπορεύματα, διαδόθηκαν και οι επαναστατικές ιδέες της Ευρώπης, επηρεάζοντας τους υπόδουλους Έλληνες. Ο ελληνικός εμπορικός στόλος, εξοικειωμένος με τη ναυσιπλοΐα και την πειρατεία, ενισχύθηκε σημαντικά. Πόλεις όπως η Κοζάνη, η Μοσχόπολη, τα Ιωάννινα, η Θεσσαλονίκη και νησιά όπως η Χίος, η Ύδρα και τα Ψαρά έγιναν εμπορικά κέντρα. Η οικονομική πρόοδος ενίσχυσε τη θέση των Ελλήνων πριν το 1821 και πολλοί από τους εμπόρους πρωταγωνίστησαν στην Επανάσταση.
07
Οι δάσκαλοι του Γένους – Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός
Κατά την Τουρκοκρατία, μορφωμένοι Έλληνες, γνωστοί ως «δάσκαλοι του Γένους», δίδασκαν σε σχολεία, ναούς και δημόσιους χώρους. Με τη στήριξη της Εκκλησίας, των Φαναριωτών και εύπορων εμπόρων, εξέδιδαν βιβλία και άρθρα, προωθώντας την ελληνική παιδεία και προετοιμάζοντας ιδεολογικά την Επανάσταση του 1821.
Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός επηρέασε βαθιά τους Έλληνες διανοούμενους, με αποτέλεσμα την άνθηση του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Σημαντικές προσωπικότητες αυτής της περιόδου ήταν ο Δημήτριος Καταρτζής, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, ο Δανιήλ Φιλιππίδης, ο Μιχαήλ Περδικάρης. Ξεχωρίζουν επίσης ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαμάντιος Κοραής, οι οποίοι συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση εθνικής συνείδησης.
Η «Ελληνική Νομαρχία» (1806) – έργο άγνωστου συγγραφέα αφιερωμένο στον Ρήγα Βελεστινλή – ανέδειξε τη σημασία της «νομαρχίας» – της εξουσίας των νόμων – και καταδίκασε την τυραννία.
Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, λόγιος μοναχός και ιεροκήρυκας, συνέδεσε τη θρησκευτική πίστη με την παιδεία και την εθνική αφύπνιση, ιδρύοντας σχολεία και ενισχύοντας την ταυτότητα του υπόδουλου λαού.

08
Επαναστατικά Κινήματα κατά την Τουρκοκρατία
Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων της Τουρκοκρατίας σημειώθηκαν περισσότερες από σαράντα εξεγέρσεις των υπόδουλων Ελλήνων εναντίον των Οθωμανών. Οι περισσότερες από αυτές οργανώθηκαν με την ελπίδα ξένης βοήθειας, ιδίως από ευρωπαϊκές δυνάμεις που πολεμούσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία και επιδίωκαν να προκαλέσουν εσωτερικές αναταραχές. Ωστόσο, όλα τα επαναστατικά κινήματα απέτυχαν, κυρίως επειδή είχαν τοπικό χαρακτήρα και έλλειψη οργάνωσης.
Μερικά από τα σημαντικότερα επαναστατικά κινήματα ήταν:
- Η ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), όπου ο συμμαχικός στόλος της Δύσης, με ελληνική συμμετοχή, κατέστρεψε τον τουρκικό στόλο.
- Η εξέγερση του Διονύσιου Φιλοσόφου (1611) στην Ήπειρο, η οποία καταπνίγηκε σκληρά, με τον ίδιο να θανατώνεται με φρικτό τρόπο από τους Τούρκους.
- Τα Ορλωφικά (1770), με υποκίνηση από τους Ρώσους αδελφούς Ορλώφ, ξεσήκωσαν περιοχές της Πελοποννήσου, της Ηπείρου και της Μακεδονίας, αλλά κατέληξαν σε σφαγές, καταστροφή και απογοήτευση για τους Έλληνες.
- Η ναυμαχία του Τσεσμέ (1770) αποτέλεσε μια από τις πιο σημαντικές ναυτικές ήττες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, χάρη στον ρωσικό στόλο, αλλά δεν είχε θετικά αποτελέσματα για τον ελληνικό πληθυσμό.
- Η επανάσταση του Δασκαλογιάννη (1771) στα Σφακιά της Κρήτης, η οποία πνίγηκε στο αίμα, με τον ίδιο να θανατώνεται άγρια, αποτελώντας σύμβολο θυσίας και ηρωισμού.
- Η δράση του Λάμπρου Κατσώνη (1788), ο οποίος κυριάρχησε για ένα διάστημα στο Αιγαίο, ώσπου εγκαταλείφθηκε από τη Ρωσία και ηττήθηκε. Ο ίδιος κατέφυγε στην Αγία Πετρούπολη.
- Η επανάσταση του παπα-Θύμιου Βλαχάβα (1808) στην Ήπειρο, η οποία επίσης απέτυχε, με τον ίδιο να υφίσταται μαρτυρικό θάνατο.
Τα επαναστατικά αυτά κινήματα, αν και κατέληξαν σε αποτυχία, άναψαν τη φλόγα της ελευθερίας και προετοίμασαν το έδαφος για τον Μεγάλο Ξεσηκωμό του 1821, καθώς ενίσχυσαν τη συλλογική μνήμη, το πνεύμα αυτοθυσίας και την εθνική συνείδηση των Ελλήνων
09
Οι αγώνες των Σουλιωτών
Οι ανυπότακτοι Σουλιώτες πρωταγωνίστησαν σε πολλές επαναστατικές ενέργειες εναντίον των Οθωμανών στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Πολλοί και γνωστοί είναι οι αγώνες τους εναντίον του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Οι κάτοικοι του Σουλίου ήταν βοσκοί που μιλούσαν ελληνικά και αρβανίτικα. Συχνά έκαναν επιδρομές στα χωριά του κάμπου, για να εξασφαλίσουν ζώα και γεννήματα. Οι δύσκολες συνθήκες ζωής των Σουλιωτών, η πολύχρονη ενασχόλησή τους με τα όπλα, η άριστη γνώση του εδάφους, το ομαδικό πνεύμα και κυρίως η εξαιρετική τους τόλμη, τους είχαν μεταμορφώσει σε ικανότατους πολεμιστές. Οι Σουλιώτες συνήθιζαν να πολεμούν οχυρωμένοι πίσω από φυσικά εμπόδια. Δρούσαν ακόμη και τη νύχτα, ενώ δεν δίσταζαν να επιτεθούν με τα σπαθιά τους σε μεγαλύτερο αριθμό αντιπάλων, αιφνιδιάζοντάς τους.
Μάταια οι Τούρκοι προσπαθούσαν να υποτάξουν τους Σουλιώτες. Το Σούλι, απέχοντας 20 χιλιόμετρα από τη θάλασσα, μπορούσε να προμηθεύεται χρήματα, όπλα και πυρομαχικά, τα οποία έστελναν από τα Επτάνησα οι ξένες δυνάμεις κάθε φορά που συγκρούονταν με την Υψηλή Πύλη. Τελικά οι Τούρκοι, μετά από μακροχρόνιους πολέμους, κατέκτησαν το Σούλι, το 1803. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Επανάστασης του 1821 πολλοί Σουλιώτες ανέπτυξαν σημαντική δράση ως οπλαρχηγοί, έχοντας τη φήμη των γενναίων και αδάμαστων πολεμιστών του έθνους.